[`Ο μέν ούν παρά τώ Πλάτωνι Σερίφιος ονειδίζων τώ
Θεμιστοκλεί, διαβοήτω γεγενημένω επί τή στρατηγία, ως
ουκ εκ τού ιδίου ήθους τό ένδοξον ανειληφότι αλλ' εκ τού
ευτυχηκέναι πατρίδος τής εν όλη `Ελλάδι επισημοτάτης,
ακήκοεν από ευγνωμονούντος Θεμιστοκλέους καί ορώντος
ότι συνεβάλετο αυτώ πρός τό ένδοξον καί η πατρίς, ότι
«Ουκ άν εγώ Σερίφιος ών ούτως ένδοξος εγεγόνειν, ούτε
σύ 'Αθηναίος ευτυχήσας γενέσθαι εγένου άν Θεμιστοκλής»:
ο δ' ημέτερος 'Ιησούς καί ονειδιζόμενος ως εκ κώμης
γεγονώς καί ταύτης ουχ ελλαδικής] ουδέ τινος έθνους
όντος παρά τοίς πολλοίς εν προαγωγή, δυσφημούμενος δέ
καί επί τώ πενιχράς καί χερνήτιδος υιός είναι καί διά
πενίαν καταλιπών τήν πατρίδα εν Αιγύπτω μισθαρνήσαι,
[καί] οιονεί πρός τό ληφθέν παράδειγμα [ου μόνον Σερίφιος
γεγονώς καί από ελαχίστης καί ασημοτάτης νήσου αλλά
καί Σεριφίων, ως έστιν ειπείν, ο αγεννέστατος, δεδύνηται
σείσαι τήν πάσαν ανθρώπων οικουμένην ου μόνον υπέρ
Θεμιστοκλέα τόν 'Αθηναίον αλλά καί υπέρ Πυθαγόραν καί
Πλάτωνα καί τινας άλλους τών οποιποτούν τής οικουμένης
σοφών ή βασιλέων ή στρατηγών.
Τίς ούν μή παρέργως ανερευνών τήν τών πραγμάτων
φύσιν ουκ άν αυτόν καταπλαγείη νικήσαντα καί υπεραναβήναι
δυνηθέντα τή δόξη τά ποιητικά αδοξίας πάντα <καί> πάντας
τούς πώποτ' ενδόξους;] Καίτοι γε οι εν ανθρώποις ένδοξοι
σπάνιον ει επί πλειόνων άμα τήν δόξαν αναλαβείν δεδύνηνται.
[`Ο μέν γάρ επί σοφία άλλος δ' επί στρατηγία βαρβάρων δέ
τινες επί ταίς παραδόξοις εξ επωδών δυνάμεσι] καί άλλοι
επ' άλλοις ου πολλοίς άμα εθαυμάσθησαν καί ένδοξοι
γεγένηνται: [ούτος δέ πρός τοίς άλλοις θαυμάζεται καί
επί σοφία καί επί δυνάμεσι καί επί τώ αρχικώ.] ''Επεισε
γάρ ούθ' ως τύραννος συναποστήναι αυτώ τινας τών νόμων
ούθ' ως ληστής κατ' ανθρώπων αλείφων τούς επομένους
ούθ' ως πλούσιος χορηγών τοίς προσιούσιν ούθ' ώς τις
τών ομολογουμένως ψεκτών, αλλ' ως διδάσκαλος τού περί
τού θεού τών όλων λόγου καί τής εις αυτόν θρησκείας καί
παντός ηθικού τόπου, δυναμένου οικειώσαι τώ επί πάσι θεώ
τόν κατ' αυτόν βιώσαντα. [Καί Θεμιστοκλεί μέν ή τινι τών
ενδόξων ουδέν γέγονε τό εναντιούμενον τή δόξη: τούτω δέ
πρός τοίς ειρημένοις, ικανώς δυναμένοις εν αδοξία καλύψαι
ανθρώπου ψυχήν καί πάνυ ευφυούς, καί ο δοκών άτιμος είναι
θάνατος σταυρωθέντι ικανός ήν καί τήν φθάσασαν δόξαν καί
προκαταλαβούσαν εξαφανίσαι] καί τούς, ως οίονται οι μή
συγκατατιθέμενοι αυτού τή διδασκαλία, προεξαπατηθέντας
ποιήσαι τής μέν απάτης αποστήναι καταγνώναι δέ τού
απατήσαντος.
Πρός τούτοις δέ θαυμάσαι άν τις, πόθεν επήλθε τοίς
μαθηταίς αυτού, ως λέγουσιν οι κακολογούντες τόν 'Ιησούν,
μή εωρακόσιν αυτόν αναστάντα από τών νεκρών μηδέ
πεισθείσιν ότι θειότερόν τι ήν εκείνος, πρός τώ μή φοβηθήναι
τά αυτά τώ διδασκάλω παθείν καί ομόσε χωρήσαι τώ
κινδύνω καί καταλιπείν τάς πατρίδας υπέρ τού διδάξαι
κατά τό 'Ιησού βούλημα τόν παραδοθέντα αυτοίς υπ' αυτού
λόγον. [Οίμαι γάρ ότι ο ευγνωμόνως εξετάζων τά πράγματα
ουκ άν λέγοι τούτους εαυτούς παραδεδωκέναι περιστατικώ
βίω ένεκεν τής 'Ιησού διδασκαλίας χωρίς τινος μεγάλης
πειθούς, ήν ενεποίησεν αυτοίς διδάσκων ου μόνον διακείσθαι
κατά τά μαθήματα αυτού αλλά καί άλλους διατιθέναι, καί
διατιθέναι προύπτου όντος ως πρός τόν ανθρώπων βίον
ολέθρου τώ τολμώντι πανταχού καί πρός πάντας καινο-
τομείν καί μηδένα ανθρώπων, εμμένοντα τοίς προτέροις
δόγμασι καί έθεσι, φίλον εαυτώ τηρείν. '~Αρα γάρ ουχ
εώρων οι τού 'Ιησού μαθηταί, τολμώντες ου
μόνον 'Ιουδαίοις εκ τών προφητικών λόγων παριστάνειν
ότι ούτος είη ο προφητευθείς, αλλά καί τοίς λοιποίς έθνεσιν
ότι ο χθές καί πρώην σταυρωθείς εκών τούτον τόν θάνατον
υπέρ τού γένους τών ανθρώπων ανεδέξατο, ανάλογον τοίς
αποθανούσιν υπέρ τών πατρίδων επί τώ σβέσαι λοιμικά
κρατήσαντα καταστήματα ή αφορίας ή δυσπλοΐας; Εικός
γάρ είναι εν τή φύσει τών πραγμάτων κατά τινας απορρήτους
καί δυσλήπτους τοίς πολλοίς λόγους φύσιν τοιαύτην, ως
ένα δίκαιον υπέρ τού κοινού αποθανόντα εκουσίως αποτρο-
πιασμούς εμποιείν φαύλων δαιμονίων, ενεργούντων λοιμούς
ή αφορίας ή δυσπλοΐας ή τι τών παραπλησίων.
Λεγέτωσαν ούν οι βουλόμενοι απιστείν τώ 'Ιησούν υπέρ
ανθρώπων αποτεθνηκέναι τρόπω σταυρού, πότερον ουδέ τάς
ελληνικάς παραδέξονται καί βαρβαρικάς πολλάς ιστορίας
περί τού τινας υπέρ τού κοινού τεθνηκέναι καθαιρετικώς τών
προκαταλαβόντων τάς πόλεις καί τά έθνη κακών: ή εκείνα
μέν γεγένηται ουδέν δέ πιθανόν έχει ο νομιζόμενος άνθρωπος
πρός τό αποθανείν επί καθαιρέσει μεγάλου δαίμονος καί
δαιμόνων άρχοντος, υποτάξαντος όλας τάς επί γήν εληλυθυίας
ανθρώπων ψυχάς; `Ορώντες δέ ταύτα οι τού 'Ιησού μαθηταί
καί άλλα τούτων πλείονα, ά εικός αυτούς εν απορρήτω από
τού 'Ιησού μεμαθηκέναι, έτι δέ καί δυνάμεώς τινος πληρω-
θέντες, επεί έδωκεν αυτοίς
μένος καί θάρσος
ου ποιητική τις παρθένος αλλ' η αληθώς φρόνησις καί σοφία
τού θεού,
ίν' έκδηλοι μετά πάσιν
ου μόνοις 'Αργείοις γένοιντο αλλά καί πάσιν ''Ελλησιν ομού
καί βαρβάροις, καί
κλέος εσθλόν άροιντο.
'Αλλά γάρ επανέλθωμεν εις τήν τού 'Ιουδαίου
προσωποποιΐαν, εν ή αναγέγραπται η τού 'Ιησού μήτηρ ως
εξωσθείσα από τού μνηστευσαμένου αυτήν τέκτονος,
ελεγχθείσα επί μοιχεία καί κύουσα από τινος στρατιώτου
Πανθήρα τούνομα: καί ίδωμεν ει μή τυφλώς οι μυθοποιή-
σαντες τήν μοιχείαν τής παρθένου καί τού Πανθήρα καί
τόν τέκτονα εξωσάμενον αυτήν ταύτα πάντα ανέπλασαν επί
καθαιρέσει τής παραδόξου από αγίου πνεύματος συλλήψεως]:
εδύναντο γάρ άλλως ψευδοποιήσαι διά τό σφόδρα παράδοξον
τήν ιστορίαν καί μή ωσπερεί ακουσίως συγκαταθέσθαι ότι
ουκ από συνήθων ανθρώποις γάμων ο 'Ιησούς εγεννήθη.
Καί ακόλουθόν γε ήν τούς μή συγκαταθεμένους τή παραδόξω
γενέσει τού 'Ιησού πλάσαι τι ψεύδος: τό δέ μή πιθανώς
αυτούς τούτο ποιήσαι αλλά μετά τού τηρήσαι ότι ουκ από
τού 'Ιωσήφ παρθένος συνέλαβε τόν 'Ιησούν, τοίς ακούειν
καί ελέγχειν αναπλάσματα δυναμένοις εναργές ήν ψεύδος.
['~Αρα γάρ εύλογον τόν τοσαύτα υπέρ τού γένους τών
ανθρώπων τολμήσαντα, ίνα τό όσον επ' αυτώ πάντες
''Ελληνες καί βάρβαροι κρίσιν θείαν προσδοκήσαντες απος-
τώσι μέν τής κακίας πάντα δέ πράττωσιν αρεσκόντως τώ
τών όλων δημιουργώ, παράδοξον μέν μή εσχηκέναι γένεσιν
πασών δέ γενέσεων παρανομωτάτην καί αισχίστην; 'Ερώ
δέ ως πρός ''Ελληνας καί μάλιστα Κέλσον, είτε φρονούντα
είτε μή, πλήν παρατιθέμενον τά Πλάτωνος: άρα ο κατα-
πέμπων ψυχάς εις ανθρώπων σώματα τόν τοσαύτα τολμή-
σοντα καί τοσούτους διδάξοντα καί από τής χύσεως τής
κατά τήν κακίαν μεταστήσοντα πολλούς ανθρώπους επί
τήν πασών αισχροτέραν γένεσιν ώθει, μηδέ διά γάμων
γνησίων αυτόν εισάγων εις τόν τών ανθρώπων βίον; '`Η
ευλογώτερον εκάστην ψυχήν κατά τινας απορρήτους λόγους
-- λέγω δέ ταύτα νύν κατά Πυθαγόραν καί Πλάτωνα καί
'Εμπεδοκλέα, ούς πολλάκις ωνόμασεν ο Κέλσος -- , εισκρι-
νομένην σώματι κατ' αξίαν εισκρίνεσθαι καί κατά τά
πρότερα ήθη; Εικός ούν καί ταύτην τήν ψυχήν, πολλών
-- ίνα μή συναρπάζειν δοκώ, λέγων πάντων -- ανθρώπων
ωφελιμωτέραν τώ βίω τών ανθρώπων επιδημούσαν, δεδεήσθαι
σώματος, ου μόνον ως εν ανθρωπίνοις σώμασι διαφέροντος
αλλά καί τού πάντων κρείττονος.
Ει γάρ ήδε μέν η ψυχή, κατά τινας απορρήτους
λόγους αξία γενομένη μή πάντη μέν εν αλόγου γενέσθαι
σώματι ου μήν καί καθαρώς εν λογικού, ενδύεται σώμα
τερατώδες, ως μηδέ τόν λόγον συμπληρωθήναι δύνασθαι τώ
ουτωσί γεγενημένω καί ασύμμετρον έχοντι τήν κεφαλήν τώ
λοιπώ σώματι καί πάνυ βραχυτέραν, ετέρα δέ τοιόνδε σώμα
αναλαμβάνει, ως ολίγω εκείνου γενέσθαι λογικωτέρα, καί
άλλη έτι μάλλον, τής φύσεως τού σώματος επί πλείον ή επ'
έλαττον αντιπραττούσης τή τού λόγου αντιλήψει: διά τί
ουχί καί ψυχή τις έσται πάντη παράδοξον αναλαμβάνουσα
σώμα, έχον μέν τι κοινόν πρός τούς ανθρώπους, ίνα καί
συνδιατρίψαι αυτοίς δυνηθή, έχον δέ τι καί εξαίρετον, ίνα
τής κακίας άγευστος η ψυχή διαμείναι δυνηθή; 'Εάν δέ
καί τά τών φυσιογνωμονούντων κρατή, είτε Ζωπύρου είτε
Λόξου είτε Πολέμωνος είτε ούτινός ποτ' ούν τοιαύτα
γράψαντος καί επαγγειλαμένου ειδέναι τι θαυμαστόν, οικεία
τοίς ήθεσι τών ψυχών πάντ' είναι τά σώματα, τή ούν
μελλούση παραδόξως επιδημείν τώ βίω καί μεγαλοποιείν
έδει γενέσθαι σώμα ουχ, ως οίεται Κέλσος, από Πανθήρα
μοιχεύσαντος καί παρθένου μοιχευθείσης -- εκ γάρ τοιούτων
ανάγνων μίξεων έδει μάλλον ανόητόν τινα καί επιβλαβή τοίς
ανθρώποις διδάσκαλον ακολασίας καί αδικίας καί τών
λοιπών κακών γενέσθαι ουχί δέ σωφροσύνης καί δικαιοσύνης
καί τών λοιπών αρετών -- , αλλ' ως καί προφήται
προείπον, από παρθένου, κατ' επαγγελίαν σημείου γεννώσης
τόν επώνυμον πράγματος, δηλούντος ότι επί τή γενέσει
αυτού μετ' ανθρώπων έσται θεός.
Καί οικείόν γε φαίνεταί μοι πρός τήν τού 'Ιουδαίου
προσωποποιΐαν παραθέσθαι τήν τού `Ησαΐου προφητείαν,
λέγουσαν εκ παρθένου τεχθήσεσθαι τόν 'Εμμανουήλ: ήν
ουκ εξέθετο, είτ' επεί μή επίστατο ο πάντ' επαγγελλόμενος
ειδέναι Κέλσος είτ' αναγνούς μέν εκών δέ σιωπήσας, ίνα μή
δοκοίη κατασκευάζειν άκων τόν λόγον εναντιούμενον αυτού
τή προαιρέσει. ''Εχει δ' ούτως η λέξις: «Καί προσέθετο
κύριος τώ ''Αχαζ λέγων: Αίτησαι σεαυτώ σημείον παρά
κυρίου θεού σου εις βάθος ή εις ύψος. Καί είπεν ''Αχαζ: Ου
μή αιτήσω ουδέ μή πειράσω τόν κύριον. 'Ακούσατε δή,
οίκος Δαυίδ, μή μικρόν υμίν αγώνα παρέχειν ανθρώποις,
καί πώς κυρίω παρέχετε αγώνα; Διά τούτο δώσει κύριος
αυτός υμίν σημείον: ιδού η παρθένος εν γαστρί λήψεται
καί τέξεται υιόν, καί καλέσεις τό όνομα αυτού 'Εμμανουήλ»,
όπερ ερμηνεύεται «μεθ' ημών ο θεός.»] ''Οτι δέ κακουρ-
γών ο Κέλσος ουκ εξέθετο τήν προφητείαν, δήλόν μοι
γίνεται εκ τού παραθέμενον αυτόν πολλά από τού κατά
Ματθαίον ευαγγελίου, ώσπερ τόν ανατείλαντα αστέρα επί
τή γενέσει τού 'Ιησού καί άλλα τών παραδόξων, μηδέ τήν
αρχήν τούτου εμνημονευκέναι. 'Εάν [δέ 'Ιουδαίος ευρεσι-
λογών τό «'Ιδού] η παρθένος» μή γεγράφθαι λέγη αλλ' αντ'
αυτού [«'Ιδού η νεάνις», φήσομεν πρός αυτόν ότι] η μέν
λέξις η ααλμά, ήν οι μέν εβδομήκοντα [μετειλήφασιν εις
τήν παρθένον άλλοι δ' εις τήν νεάνιν], κείται, ώς φασι, καί
εν τώ Δευτερονομίω επί παρθένου, ούτως έχουσα: «'Εάν
δέ γένηται παίς παρθένος μεμνηστευμένη ανδρί, καί ευρών
αυτήν άνθρωπος εν πόλει κοιμηθή μετ' αυτής, καί εξάξετε
αμφοτέρους επί τήν πύλην τής πόλεως αυτών, καί λιθοβο-
ληθήσονται λίθοις, καί αποθανούνται: τήν νεάνιν επί λόγου,
διότι ουκ εβόησεν εν τή πόλει, καί τόν άνθρωπον επί λόγου,
διότι εταπείνωσε τήν γυναίκα τού πλησίον αυτού»: καί
εξής: «'Εάν δέ εν πεδίω εύρη άνθρωπος τήν παίδα τήν
μεμνηστευμένην καί βιασάμενος αυτήν ο άνθρωπος κοιμηθή
μετ' αυτής, αποκτενείτε τόν άνθρωπον τόν κοιμώμενον μετ'
αυτής μόνον, καί τή νεάνιδι ου ποιήσετε ουδέν: ουκ έστι
τή νεάνιδι αμάρτημα θανάτου.»
''Ινα δέ μή δοκώμεν από λέξεως εβραϊκής τοίς μή κατα-
λαμβάνουσι, πότερον συγκαταθετέον αυτή ή μή, φέρειν παρα-
μυθίαν περί τού προφήτην ειρηκέναι εκ παρθένου τεχθήσεσθαι
τούτον, εφ' ού τή γενέσει λέλεκται τό «μεθ' ημών ο θεός»,
φέρε απ' αυτής τής λέξεως παραμυθησώμεθα τό λεγόμενον.
`Ο μέν κύριος [αναγέγραπται ειρηκέναι τώ ''Αχαζ: «Αίτησαι
σεαυτώ σημείον παρά κυρίου τού θεού σου εις βάθος ή εις
ύψος», εξής δέ τό διδόμενον σημείον τό «'Ιδού η παρθένος
εν γαστρί έξει καί τέξεται υιόν.» Ποίον ούν σημείον τό
νεάνιδα, μή παρθένον τεκείν; Καί τίνι μάλλον αρμόζει
γεννήσαι «'Εμμανουήλ», τουτέστι «μεθ' ημών ο θεός»,
άρα γυναικί συνουσιασθείση καί διά πάθους γυναικείου
συλλαβούση ή έτι καθαρά καί αγνή καί παρθένω; Ταύτη
γάρ πρέπει γεννάν γέννημα, εφ' ώ τεχθέντι λέγεται τό «μεθ'
ημών ο θεός». 'Εάν δέ] καί ούτως [ευρεσιλογή λέγων ότι
τώ ''Αχαζ είρηται]: «Αίτησαι σεαυτώ σημείον παρά
κυρίου τού θεού σου», [απαντήσομεν: κατά τούς χρόνους
τού ''Αχαζ τίς εγεννήθη, εφ' ού τή γενέσει λέγεται τό
«'Εμμανουήλ, ό εστι μεθ' ημών ο θεός»; Ει γάρ ουδείς
ευρεθήσεται, δηλονότι τό τώ ''Αχαζ ειρημένον τώ οίκω
είρηται Δαυίδ διά τό «εκ σπέρματος Δαυίδ» αναγεγράφθαι
τόν σωτήρα γεγονέναι «τό κατά σάρκα»: αλλά καί τό
«σημείον» τούτο «εις βάθος ή εις ύψος» λέγεται είναι,
επεί «`Ο καταβάς αυτός εστι καί ο αναβάς υπεράνω πάντων
τών ουρανών, ίνα πληρώση τά πάντα.»] Ταύτα δέ λέγω
ως πρός τόν 'Ιουδαίον συγκατατιθέμενον τή προφητεία. |
Λεγέτω
δέ καί Κέλσος ή τις τών σύν αυτώ, ποίω νώ
ο
προφήτης περί μελλόντων ή ταύτα ή έτερα
λέγει, οπόσα
αναγέγραπται εν ταίς προφητείαις: άρα
γάρ προγνωστικώ
μελλόντων ή ού; Ει μέν γάρ προγνωστικώ
μελλόντων, θείον
είχον πνεύμα οι προφήται: ει δ' ου
προγνωστικώ μελλόν-
των, παραστησάτω τόν νούν τού
αποτολμώντος καί λέγοντος
περί μελλόντων καί θαυμαζομένου παρά
τοίς 'Ιουδαίοις επί
προφητεία.
'Επεί δ' άπαξ εις τόν περί τών προφητών
ήλθομεν
λόγον, 'Ιουδαίοις μέν, τοίς πιστεύουσι
θείω πνεύματι αυτούς
λελαληκέναι, ου μόνον ουκ έσται [αχρήσιμα
τά εποισθη-
σόμενα] καί τοίς ευγνωμονούσι δέ τών `Ελλήνων.
Πρός ούς
ερούμεν ότι [αναγκαίον παραδέξασθαι
ότι καί 'Ιουδαίοι
προφήτας είχον, είπερ έμελλον
συνέχεσθαι εν τή δοθείση
αυτοίς νομοθεσία] καί πιστεύειν τώ
δημιουργώ, καθά
παρειλήφεισαν, καί όσον επί τώ νόμω μή
έχειν αφορμάς
αποστήναι εις τήν τών εθνών
πολυθεότητα. Τό δ' αναγκαίον
ούτω παραστήσομεν. [«Τά έθνη»], ως
γέγραπται καί εν
αυτώ τώ τών 'Ιουδαίων νόμω, [«κληδόνων
καί μαντειών
ακούσονται»: τώ δέ λαώ εκείνω είρηται: «Σοί
δέ ουχ
ούτως έδωκε κύριος ο θεός σου.» Καί
επιφέρεται τούτω τό
«Προφήτην εκ τών αδελφών σου αναστήσει
σοι κύριος ο
θεός σου.» Είπερ ούν τών εθνών χρωμένων
μαντείαις]
είτε διά «κληδόνων» είτε δι' οιωνών
είτε δι' ορνίθων είτε
δι' εγγαστριμύθων είτε καί διά τών τήν
θυτικήν επαγγελλο-
μένων είτε καί διά Χαλδαίων
γενεθλιαλογούντων, άπερ
πάντα 'Ιουδαίοις απείρητο, 'Ιουδαίοι [ει
μηδεμίαν είχον
παραμυθίαν γνώσεως τών μελλόντων, υπ'
αυτής άν τής
ανθρωπίνης περί τήν γνώσιν λιχνείας
τών εσομένων αγόμενοι
κατεφρόνησαν μέν άν τών ιδίων ως ουδέν
εχόντων θείον
εν εαυτοίς καί ουκ άν μετά Μωϋσέα
προφήτην προσήκαντο
ουδ' ανέγραψαν αυτών τούς λόγους,
αυτόμολοι δέ επί τά
τών εθνών μαντεία καί χρηστήρια
μετέστησαν] ή επεχείρησαν
άν ιδρύσαί τι τοιούτον καί παρ' εαυτοίς.
[''Ωστ' ουδέν
άτοπόν εστι καί περί τών τυχόντων τούς
παρ' αυτοίς προ-
φήτας εις παραμυθίαν τών τά τοιαύτα
ποθούντων προειρη-
κέναι, ώστε καί «περί όνων απολωλυιών»
προφητεύειν
τόν Σαμουήλ καί περί νόσου παιδός
βασιλικού τόν εν τή
τρίτη τών Βασιλειών αναγεγραμμένον.
Πώς δ' άν τώ
βουλομένω από τών ειδώλων μαντείαν
λαβείν επέπλησσον οι
τά τού νόμου 'Ιουδαίων πρεσβεύοντες; ''Ωσπερ
ευρίσκεται
'Ηλίας τώ 'Οχοζία επιπλήσσων καί λέγων:
«Ει παρά τό
μή είναι θεόν εν 'Ισραήλ υμείς
πορεύεσθε εκζητήσαι εν τή
Βαάλ μυίαν θεόν 'Ακκαρών.»]
Δοκεί μοι ούν μετρίως κατεσκευάσθαι ου
μόνον ότι
γεννηθήσεται εκ παρθένου ο σωτήρ ημών
αλλ' ότι καί
προφήται ήσαν εν 'Ιουδαίοις,
προλέγοντες ου μόνον τά
καθολικά περί μελλόντων, ως τά περί
Χριστού καί τά περί
βασιλειών κοσμικών καί περί τών
συμβησομένων τώ
'Ισραήλ καί περί τών πιστευόντων τώ
σωτήρι εθνών καί
πολλών άλλων τών περί αυτού λεχθέντων,
αλλά καί τά
καθ' ένα, ως περί τών όνων Κίς
απολομένων, πώς ευρεθή-
σονται, καί περί τής νόσου, ής ενόσησεν
ο τού βασιλέως
'Ισραήλ υιός, ή εί τι άλλο αναγέγραπται
τοιούτον.
[''Ετι δέ πρός ''Ελληνας λεκτέον,
απειθούντας τή εκ
παρθένου γενέσει τού 'Ιησού, ότι ο
δημιουργός εν τή τών
ποικίλων ζώων γενέσει έδειξεν ότι ήν
αυτώ βουληθέντι
δυνατόν ποιήσαι όπερ εφ' ενός ζώου καί
επ' άλλων καί επ'
αυτών τών ανθρώπων. Ευρίσκεται δέ τινα
τών ζώων θήλεα,
μή έχοντα άρρενος κοινωνίαν, ως οι περί
ζώων αναγράψαντες
λέγουσι περί γυπός: καί τούτο τό ζώον
χωρίς μίξεως
σώζει τήν διαδοχήν τών γενών. Τί ούν
παράδοξον, ει βουλη-
θείς ο θεός θείόν τινα διδάσκαλον
πέμψαι τώ γένει τών
ανθρώπων πεποίηκεν, αντί <τού διά>
σπερματικού λόγου
τού εκ μίξεως τών αρρένων ταίς γυναιξί
ποιήσαι, άλλω
τρόπω γενέσθαι τόν λόγον τού
τεχθησομένου; Καί κατ'
αυτούς δέ τούς ''Ελληνας ου πάντες
άνθρωποι εξ ανδρός καί
γυναικός εγένοντο. Ει γάρ γενητός εστιν
ο κόσμος, ως
καί πολλοίς `Ελλήνων ήρεσεν, ανάγκη
τούς πρώτους μή
εκ συνουσίας γεγονέναι αλλ' από γής,
σπερματικών λόγων
συστάντων εν τή γή: όπερ οίμαι
παραδοξότερον είναι τού
εξ ημίσους ομοίως τοίς λοιποίς
ανθρώποις γενέσθαι τόν
'Ιησούν. Ουδέν δ' άτοπον πρός ''Ελληνας
καί ελληνικαίς
ιστορίαις] χρήσασθαι, ίνα μή δοκώμεν
μόνοι τή παραδόξω
ιστορία ταύτη κεχρήσθαι: έδοξε γάρ
τισιν ου περί αρχαίων
τινών ιστοριών καί ηρωϊκών αλλά καί
περί τινων [χθές καί
πρώην] γενομένων αναγράψαι ως δυνατόν [ότι
καί Πλάτων
από τής 'Αμφικτιόνης γέγονε, κωλυθέντος
τού 'Αρίστωνος
αυτή συνελθείν, έως αποκυήσει τόν εξ 'Απόλλωνος
σπαρέντα.]
'Αλλά ταύτα μέν αληθώς μύθοι,
κινήσαντες εις τό αναπλάσαι
τοιούτό τι περί ανδρός, όν ενόμιζον
μείζονα τών πολλών
έχοντα σοφίαν καί δύναμιν καί από
κρειττόνων καί θειοτέρων
σπερμάτων τήν αρχήν τής συστάσεως τού
σώματος ειλη-
φέναι, ως τούθ' αρμόζον τοίς μείζοσιν ή
κατά άνθρωπον.
'Επεί δέ τόν 'Ιουδαίον ο Κέλσος εισήγαγε
διαλεγόμενον
τώ 'Ιησού καί διασύροντα τήν, ως οίεται,
προσποίησιν τής
εκ παρθένου γενέσεως αυτού, φέροντα
τούς ελληνικούς
μύθους περί Δανάης καί Μελανίππης καί
Αύγης καί 'Αντιό-
πης, λεκτέον ότι ταύτα βωμολόχω έπρεπε
τά ρήματα καί
ου σπουδάζοντι εν τή απαγγελία. |
''Ετι δέ λαβών από τής γεγραμμένης εν τώ κατά
Ματθαίον ευαγγελίω ιστορίας περί τού εις Αίγυπτον
αποδεδημηκέναι τόν 'Ιησούν τοίς μέν παραδόξοις εις τούτο
ουκ επίστευσεν, ούθ' ότι άγγελος τούτο έχρησεν, ούτε εί
τι ηνίσσετο ο καταλιπών τήν 'Ιουδαίαν 'Ιησούς καί Αιγύπτω
επιδημών: ανέπλασε δέ τι έτερον, συγκατατιθέμενος μέν
πως ταίς παραδόξοις δυνάμεσιν, άς 'Ιησούς εποίησεν, εν
αίς τούς πολλούς έπεισεν ακολουθείν αυτώ ως Χριστώ,
διαβάλλειν δ' αυτάς βουλόμενος ως από μαγείας καί ου
θεία δυνάμει γεγενημένας: φησί γάρ αυτόν σκότιον τραφέντα,
μισθαρνήσαντα εις Αίγυπτον, δυνάμεών τινων πειραθέντα
εκείθεν επανελθείν, θεόν δι' εκείνας τάς δυνάμεις εαυτόν
αναγορεύοντα. 'Εγώ δ' ουκ οίδ' όπως άν μάγος ηγωνίσατο
διδάξαι λόγον, πείθοντα πάντα πράττειν, ως θεού κρίνοντος
έκαστον επί πάσι τοίς πεπραγμένοις, καί ούτω διατιθέναι
τούς εαυτού μαθητάς, οίς έμελλε χρήσεσθαι διακόνοις τής
εαυτού διδασκαλίας. '~Αρα γάρ κακείνοι ούτω διδαχθέντες
ποιείν δυνάμεις ήρουν τούς ακούοντας ή ουδέ δυνάμεις
εποίουν; Τό μέν ούν λέγειν ότι ουδαμώς δυνάμεις εποίουν
αλλά πιστεύσαντες ουδεμιά λόγων ικανότητι παραπλησίως
τή εν διαλεκτική `Ελλήνων σοφία επέδωκαν εαυτούς τώ
καινόν διδάσκειν λόγον οίς άν επιδημήσωσι πάνυ εστίν
άλογον: τίνι γάρ θαρρούντες εδίδασκον τόν λόγον καί
εκαινοτόμουν; [Ει δέ δυνάμεις ετέλουν κακείνοι, τίνα έχει
πιθανότητα τό μάγους τοσούτοις κινδύνοις εαυτούς παρα-
βεβληκέναι <διά> διδασκαλίαν μαγείας απαγορεύουσαν;]
Ου δοκεί μοι αγωνίσασθαι πρός λόγον, [μή μετά
σπουδής αλλά μετά χλεύης] ειρημένον: [Ει άρα καλή ήν η
μήτηρ τού 'Ιησού, καί ως καλή αυτή εμίγνυτο ο θεός], ου
πεφυκώς εράν φθαρτού σώματος; '`Η ότι ουδ' εικός ήν
ερασθήσεσθαι αυτής τόν θεόν, ούσης ούτ' ευδαίμονος ούτε
βασιλικής, επεί μηδείς αυτήν ήδει μηδέ τών γειτόνων:
παίζει δέ λέγων καί ότι μισουμένην αυτήν υπό τού τέκτονος
καί εκβαλλομένην ουκ έσωσε θεία δύναμις ουδέ λόγος
πειστικός. Ουδέν ούν, φησί, ταύτα πρός τήν τού θεού βασι-
λείαν. [Τί ούν ταύτα διαφέροι άν τών εν ταίς τριόδοις
λοιδορουμένων] τισί καί ουδέν σπουδής άξιον λεγόντων;
`Εξής δέ τούτοις από τού κατά Ματθαίον τάχα δέ
καί τών λοιπών ευαγγελίων λαβών [τά περί τής επιπτάσης
τώ σωτήρι βαπτιζομένω παρά τώ 'Ιωάννη περιστεράς
διαβάλλειν βούλεται ως πλάσμα τό ειρημένον]. Διασύρας δέ,
ως ώετο, τήν περί τού εκ παρθένου γεγεννήσθαι τόν σωτήρα
ημών ιστορίαν ου τά εξής τή τάξει εκτίθεται, [επεί μηδέν
έχει τεταγμένον θυμός καί έχθρα, αλλά κατά τό επελθόν
οι οργιζόμενοι καί οι εχθραΐζοντες κακηγορούσιν ούς μισούσι,
μή επιτρεπόμενοι από τού πάθους τεθεωρημένως καί κατά
τάξιν λέγειν τάς κατηγορίας.] Ει μέν γάρ τήν τάξιν ετήρει,
λαβών άν τό ευαγγέλιον καί κατηγορείν αυτού προθέμενος
τής πρώτης άν ιστορίας κατειπών εξής επί τήν δευτέραν
παρεγίνετο, καί ούτως επί τάς λοιπάς: νυνί δέ μετά τήν
εκ παρθένου γένεσιν [ο πάντ' ειδέναι επαγγελλόμενος
Κέλσος τά ημέτερα κατηγορεί τού παρά τώ βαπτίσματι
φανέντος αγίου πνεύματος εν είδει περιστεράς, είτα] μετά
τούτο διαβάλλει [τό προφητεύεσθαι τήν τού σωτήρος ημών
επιδημίαν, καί μετά ταύτα ανατρέχει επί τό εξής τή γενέσει
τού 'Ιησού αναγεγραμμένον, τό περί τού αστέρος διήγημα]
καί τών εληλυθότων από ανατολής μάγων «προσκυνήσαι»
τώ παιδίω. Πολλά δ' άν καί αυτός επιτηρών εύροις συγκε-
χυμένως τώ Κέλσω ειρημένα δι' όλης τής βίβλου: ίνα καί
διά τούτου υπό τών τάξιν επισταμένων τηρείν καί ζητείν
[ελεγχθή μετά πολλής θρασύτητος καί αλαζονείας επιγράψας
αληθή λόγον τήν βίβλον αυτού] όπερ τών ελλογίμων φιλο-
σόφων ουδείς εποίησεν. `Ο μέν γάρ Πλάτων φησίν ου κατά
τόν νούν έχοντα είναι τό διϊσχυρίζεσθαι περί τών τοιώνδε
καί αδηλοτέρων: ο δέ Χρύσιππος πολλαχού εκθέμενος τά
κινήσαντα αυτόν αναπέμπει ημάς εφ' ούς άν εύροιμεν
κρείττον αυτού ερούντας. Ούτος ούν ο καί τούτων καί τών
λοιπών `Ελλήνων σοφώτερος ακολούθως τώ φάσκειν πάντ'
ειδέναι αληθή λόγον επέγραψεν αυτού τό βιβλίον.
''Ινα δέ μή δοκώμεν εκόντες διά τό απορείν απαντή-
σεως υπερβαίνειν αυτού τά κεφάλαια, [εκρίναμεν έκαστον
κατά δύναμιν λύσαι τών υπ' αυτού προτιθεμένων, φροντί-
σαντες ου τού εν τή φύσει τών πραγμάτων ειρμού καί
ακολουθίας αλλά τής τάξεως τών εν τή βίβλω αυτού αναγε-
γραμμένων.] Φέρ' ούν ίδωμεν, τί ποτε καί λέγει διαβάλλων
τό οίον σωματικώς εωραμένον υπό τού σωτήρος πνεύμα
άγιον <εν> είδει περιστεράς: έστι δ' ο 'Ιουδαίος αυτώ έτι
ταύτα λέγων, πρός όν ομολογούμεν είναι κύριον ημών τόν
'Ιησούν: [Λουομένω, φησί, σοί παρά τώ 'Ιωάννη φάσμα
όρνιθος εξ αέρος λέγεις επιπτήναι.] Είτα πυνθανόμενος ο
παρ' αυτώ 'Ιουδαίός φησι: [Τίς τούτο είδεν αξιόχρεως
μάρτυς τό φάσμα, ή τίς ήκουσεν εξ ουρανού φωνής εισποιού-
σης σε υιόν τώ θεώ;] Πλήν ότι σύ φής καί τινα ένα επάγη
τών μετά σού κεκολασμένων. |