ΠΟΡΦΥΡΙΟΣ - ΠΕΡΙ ΑΓΑΛΜΑΤΩΝ


1 "Φθέγξομαι οίς θέμις εστί, θύρας δ' επίθεσθε, βέβηλοι" σοφίας θεολόγου νοήματα δεικνύς, οίς τόν θεόν καί τού θεού τάς δυνάμεις διά εικόνων συμφύλων αισθήσει εμήνυσαν άνδρες τά αφανή φανεροίς αποτυπώσαντες πλάσμασι, τοίς καθάπερ εκ βίβλων τών αγαλμάτων αναλέγειν τά περί θεών μεμαθηκόσι γράμματα. Θαυμαστόν δέ ουδέν ξύλα καί λίθους ηγείσθαι τά ξόανα τούς αμαθεστάτους, καθά δή καί τών γραμμάτων οι ανόητοι λίθους μέν ορώσι τας στήλας, ξίλα δέ τάς δέλτους, εξυφασμένην δέ πάπυρον τάς βίβλους.

2 Φωτοειδούς δέ όντος τού θείου καί εν πυρός αιθερίου περιχύσει διάγοντος, αφανούς τε τυγχάνοντος αισθήσει περί θνητόν βίον ασχόλω, διά μέν τής διαυγούς ύλης, οίον κρυστάλλου ή Παρίου λίθου ή καί ελέφαντος, εις τήν τού φωτός αυτού έννοιαν ενήγον: διά δέ τής τού χρυσού, εις τήν τού πυρός διανόησιν καί τό αμίαντον αυτού, ότι χρυσός ου μιαίνεται. Πολλοί δέ αυ καί μέλανι λίθω τό αφανές αυτού τής ουσίας εδήλωσαν. Καί ανθρωποειδείς μέν απετύπουν τούς θεούς, ότι λογικόν τό θείον, καλούς δέ, ότι κάλλος εν εκείνοις ακήρατον: διαφόροις δέ σχήμασι καί ηλικίαις, καθέδραις τε καί στάσεσι καί αμφιάσεσι, καί τούς μέν άρρενας, τάς δέ θηλείας, καί παρθένους καί εφήβους ή γάμου πείραν ειληφότας, εις παράστασιν αυτών τής διαφοράς. Όθεν πάν τό λευκόν τοίς ουρανίοις θεοίς απένειμαν: σφαιράν τε καί τά σφαιρικά πάντα, ιδίως τε κόσμω καί ηλίω καί σελήνη, έσθ' ΄όπου δέ καί τύχη καί ελπίδι: κύκλον δέ καί τά κυκλικά αιώνι καί τή κατά τόν ουρανόν κινήσει, ταίς τε εν αυτώ ζώναις καί τοίς κύκλοις: κύκλων δέ τμήματα τοίς σχηματισμοίς τής σελήνης: πυραμίδας δέ καί οβελίσκους τή πυρός ουσία καί διά τούτο τοίς Ολυμπίοις θεοίς: ώσπερ αυ κώνον μέν ηλίω, γή δέ κύλινδρον, σπορά δέ καί γενέσει φάλητα καί τό τρίγωνον σχήμα διά τό μόριον τής θηλείας.

3 Όρα δέ τήν τών Ελλήνων σοφίαν ουτωσί διασκοπούμενος. Τον γάρ Δία τόν νούν τού κόσμου υπολαμβάνοντες, ός τά εν αυτώ εδημιούργησεν έχων τόν κόσμον, εν μέν ταίς θεολογίαις ταύτη περί αυτού παραδεδώκασιν οι τά Ορφέως ειπόντες:
 
Ζεύς πρώτος γένετο, Ζεύς ύστατος αργικέραυνος,
Ζεύς κεφαλή, Ζεύς μέσσα, Διός δ' εκ πάντα τέτυκται.
Ζεύς άρσην γένετο, Ζεύς άμβροτος έπλετο νύμφη.
Ζεύς πυθμήν γαίης τε καί ουρανού αστερόεντος,
Ζεύς βασιλεύς, Ζεύς αυτός απάντων αρχιγένεθλος.
Έν κράτος, είςς δαίμων γένετο, μέγας αρχός απάντων,
έν δέ δέμας βασίλειον, εν ώ τάδε πάντα κυκλείται,
πύρ καί ύδωρ καί γαία καί αιθήρ, νύξ τε καί ήμαρ,
καί Μήτις πρώτος γενέτωρ καί Έρως πολυτερπής:
πάντα γάρ εν Ζηνός μεγάλω τάδε σώματι κείται.

Τού δή τοι κεφαλή μέν ιδείν καί καλά πρόσωπα
ουρανός αιγλήεις, όν χρύσεαι αμφίς έθειραι
άστρων μαμαρέων περικαλλέες ηερέθονται,
ταύρεα δ' αμφοτέρωθε δύο χρύσεια κέρατα,
αντολίη τε δύσις τε, θεών οδοί ουρανιώνων,
όμματα δ' ηέλιος τε καί αντιόωσα σελήνη.

Νούς δέ <οι> αψευδής, βασιλήϊος, άφθιτος αιθήρ,
ώ δή πάντα κλύει καί φράζεται: ουδέ τίς εστιν
αυδή, ουδ' ενοπή, ουδέ κτύπος, ουδέ μέν όσσα
ή λήθει Διός ούας υπερμενέος Κρονίωνος.
Ώδε μέν αθανάτην κεφαλήν έχει ηδέ νόημα.

Σώμα δέ οι περιφεγγές, απείριτον, αστυφέλικτον,
άτρομον, οβριμόγυιον, υπερμενές ώδε τέτυκται:
ώμοι μέν καί στέρνα καί ευρέα νώτα θεοίο
αήρ ευρυβίης: πτέρυγες δέ οι εξεφύοντο
τής επί πάντα ποτάθ': ιερή δέ οι έπλετο νηδύς
γαία τε παμμήτωρ ορέων τ' αιπεινά κάρηνα:
μέσση δέ ζώνη βαρυηχέος οίδμα θαλάσσης
καί πόντου: πυμάτη δέ βάσις χθονός ένδοξε ρίζαι
τάρταρα τ' ευρώεντα καί έσχατα πείρατα γαίης.
Πάντα δ' αποκρύψας αύθις φάος ες πολυγηθές
μέλλεν από κραδίης προφέρειν πάλι, θέσκελα ρέζων.
Ζεύς ούν ο πάς κόσμος, ζώον εκ ζώων, και θεός εν θεών:
Ζεύς δέ καθό νούς αφ' ού προφέρει πάντα καί δημιουργεί τοίς νοήμασι.
Τών δή θεολόγων τά περί τού θεού τούτον εξηγησαμένων τόν τρόπον, εικόνα μέν τοιαύτην δημιουργείν οίαν ο λόγος εμήνυσεν, ουθ' οίον τε ήν, ούτ' εί τίς επενόησε, τό ζωτικόν και νοερόν καί προνοητικόν διά τής σφαίρας εδείκνυεν. Ανθρωπόμορφον δέ τού Διός τό δείκηλον πεποιήκασιν, ότι νούς ήν καθ' όν εδημιούργει, καί λόγοις σπερματικοίς απετελεί τά πάντα. Κάθηται δέ, τό εδραίον τής δυνάμεως αινιττόμενος: γυμνά δέ έχει τά άνω, ότι φανός εν τοίς νοεροίς καί τοίς ουρανίοις τού κόσμου μέρεσίν εστί: σκέπεται δέ αυτώ τά πρόσθια, ότι αφανής τοίς κάτω κεκρυμμένοις. Έχει δέ τή μέν λαιά τό σκήπτρον, καθ' ό μάλιστα τών τού σώματος μερών τό ηγεμονικώτατόν τε καί νοερώτατον υποικουρεί σπλάγχνον, η καρδία: βασιλεύς γάρ τού κόσμου ο δημιουργικός νούς: προτείνει δέ τή δεξιά ή αετόν, ότι κρατεί τών αεροπόρων θεών ως τών ματαρσίων ορνέων ο αετός, ή νίκην, ότι νενίκηκεν αυτός πάντα.

4 Τήν δέ Ήραν σύνοικον τώ Διί πεποιήκασιν, τήν αιθέριον καί αέριον δύναμιν Ήραν προσειπόντες. Έστι γάρ ο αιθήρ αήρ ο λεπτομερέστατος.
5 Καί τού μέν παντός αέρος η δύναμις Ήρα τούνομα από τού αέρος κεκλημένη: τού δέ υπό σελήνην φωτιζομένου καί σκοτιζομένου αέρος η Λητώ σύμβολον: ληθώ γάρ αυτήν είναι διά τήν κατά τόν ύπνον αναισθησίαν: καί ότι ψυχαίς υπό σελήνην γενομέναις λήθη ξυνομαρτεί τού θείου: διά τούτο δέ καί μήτηρ Απόλλωνός τε καί Αρτέμιδος τών αιτίων φωτισμού τή νυκτί.

6 Καί τό μέν ηγεμονικόν τής χθονίας δυνάμεως Εστία κέκληται, ής άγαλμα παρθενικόν εφ' εστίας πυρός ιδρυμένον: καθό δέ γόνιμος η δύναμις, σημαίνουσιν αυτήν γυναικός είδει προμάστου. Τήν δέ Ρέαν προσείπον τήν τής πετρώδους καί ορείου γής δύναμιν, τήν δέ Δήμητραν τήν τής πεδινής καί γονίμου. Η Δημήτηρ δέ τά άλλα κατά τά αυτά έχει τή Ρέα, διενήνοχε δέ ότι αυτή κυεί τήν Κόρην εκ Διός, τουτέστι τόν κόρον εκ τών φρυγανωδών σπερμάτων. Διό καί κατέστεπται τό βρέτας αυτής τοίς στάχυσι, μήκωνές τε περί αυτήν τής πολυγονίας σύμβολον.
7 Επεί δέ καί τών εις γήν βαλλομένων σπερμάτων ήν τις δύναμις, ήν ήλιος περί τό κάτω ημισφαίριον ιών έλκει κατά τάς χειμερίους τροπάς, Κόρη μέν η δύναμις η σπερματούχος, Πλούτων δέ ο υπό γήν ιών ήλιος καί τόν αφανή περινοστών κόσμον κατά τάς χειμερίους τροπάς. Ός αρπάζειν λέγεται τήν Κόρην, ήν ποθεί η Δημήτηρ κρυπτομένην υπό γήν.
Τών δέ ακροδρύων καί όλως τών φυτευτικών η δύναμις Διόνυσος ονομάζεται.
Όρα δε και τούτων τάς εικόνας. Σύμβολα γάρ η Κόρη φέρει τάς προβολάς τών κατά τούς καρπούς υπέρ τήν γήν εκφύσεων: ο δέ Διόνυσος κοινά μέν πρός τήν Κόρην έχει τά κέρατα, έστι δέ θηλύμορφος, μηνύων τήν περί τήν γένεσιν τών ακροδρύων αρρενόθηλυν δύναμιν. Πλούτων δέ ο Κόρης άρπαξ κυνήν μέν έχει τού αφανούς πόλου σύμβολον, τό δέ σκήπτρον τό κολοβόν σημείον τής τών κάτω βασιλείας.
Ο δέ κύων αυτού δηλοί τήν κύησιν τών καρπών εις τρία διηρημένην, εις τήν καταβολήν καί τήν υποδοχήν καί τήν ανάδοσιν: ου γάρ παρά τό τάς κήρας έχειν βοράν, ό δηλοί τάς ψυχάς, κέκληται κύων, αλλά παρά τό κύειν, ή χορηγός ο Πλούτων, όταν αρπάση τήν Κόρην.
Άττις δέ καί Άδωνις τή τών καρπών εισιν αναλογία προσήκοντες. Αλλ' ο μέν Άττις τών κατά τό έαρ προφαινομένων ανθεών, καί πρίν τελεσιογονήσαι διαρρεόντων: όθεν καί τήν τών αιδοίων αποκοπήν αυτώ προσανέθεσαν, μή φθασάντων ελθείν τών καρπών εις τήν σπερματικήν τελείωσιν: ο δέ Άδωνις τής τών τελείων καρπών εκτομής σύμβολον.
Ο δέ Σειληνός σύμβολον τής πνευματικής κινήσεως, ουκ ολίγα συμβαλλομένης τώ παντί. Σύμβολα δέ εστι τό μέν φάλανθον καί στιλπνόν κατά τήν κεφαλήν τής ουρανίου περιφοράς, η δέ περικειμένη κόμη τοίς κάτω μέρεσιν αυτού, υπόδειγμα τής προσγείου περί τόν αέρα παχύτητος.
Επεί δέ καί τής μαντικής δυνάμεώς τις μέτοχος ήν δύναμις, Θέμις μέν κέκληται η δύναμις, τώ τά τεθειμένα καί εκάστω κείμενα λέγειν.

Διά δή πάντων τούτων η περίγειος δύναμις εξηγήσεως τυχούσα, θρησκεύεται: ως μέν παρθένος καί Εστία, η κεντροφόρος: ως δέ τοκάς, η τροφός: ως δέ Ρέα, η πετροποιός και όρειος: ως δέ Δημήτηρ, η χλοηφόρος: ως δέ Θέμις, η χρησμωδός: τού είς αυτήν κατιόντος σπερματικού λόγου εις τόν Πρίαπον εκτετυπωμένου: ού τό μέν περί τούς κηρούς καρπούς Κόρη, τό δέ κατά τούς υγρούς καί τά ακρόδρυα Διόνυσος καλείται: τής μέν Κόρης υπό Πλούτωνος τού υπό γήν ιόντος ηλίου αρπαζομένης κατά τόν σπόρον, τού δέ Διονύσου κατά τά πάθη τής δυνάμεως υπό γήν μέν νεωτέρας καί καλλιγόνης βλαστάνειν αρχομένου, επιμάχου δέ τής κατά τήν άνθην δυνάμεως σύμβολον τόν Άττιν εχούσης, τής δέ κατά τήν τελεσιουργίαν εκτομής, τόν Άδωνιν: καί τής μέν πνευματικής διά πάντων δυνάμεως εις Σειληνόν αναπλαττομένης, τής δέ εις έκστασιν απ' αυτών παραγωγής εις Βάκχην: ώσπερ αύ τής εις τά αφροδίσια ερεθιζούσης ορμής διά τών Σατύρων. Διά δή τούτων τών συμβόλων η περίγειος εκκαλύπτεται δύναμις.

8 Τήν δέ υδροποιόν όλην δύναμιν Ωκεανόν προσείπον, το σύμβολον αυτής Τηθύν ονομάσαντες. Τής δέ όλης η μέν τών ποτίμων πεποιημένη, Αχελώος αυτοίς κέκληται, η δέ τών θαλασσίων Ποσειδών, πάλιν τής θαλασσοποιού, καθό γεννητική, Αμφιτρίτης ούσης. Καί αι μέν τών γλυκέων υδάτων μερικαί δυνάμεις Νύμφαι, αι δέ τών θαλασσίων Νηρηίδες κέκληνται.

Τού δ' αύ πυρός τήν δύναμιν προσειπόντες Ήφαιστον, ανθρωποειδές μέν αυτού τό άγαλμα πεποιήκασι: πίλον δέ περιέθεσαν κυάνεον τής ουρανίου σύμβολον περιφοράς, ένθα τού πυρός τό αρχοειδές τε καί ακραιφνέστατον: τό δέ εις γήν κατενεχθέν εξ ουρανού πύρ ατονώτερον, δεόμενόν τε στηρίγματος καί βάσεως τής εφ' ύλης: διό χωλεύει, ύλης δεόμενον εις υπέρεισμα.
Καί ηλίου δέ τήν τοιάνδε δύναμιν υπολαβόντες, Απόλλωνα προσείπον από τής τών ακτίνων αυτού πάλσεως. 
Εννέα δέ επάδουσαι αυτώ Μούσαι, ή τε υποσελήνιος σφαίρα καί επτά τών πλανητών καί μία τής απλανούς.
Περιέθεσαν δέ αυτώ τήν δάφνην: τούτο μέν ότι πυρός πλήρες τό φυτόν καί διά τούτο απεχθές δαίμοσι: τούτο δέ ότι λάλον καιόμενον, εις παράστασιν τού προφητεύειν τόν θεόν.
Καθό δέ απαλεξίκακος εστι τών επιγείων ο ήλιος, Ηρακλέα αυτόν προσείπον εκ τού κλάσθαι πρός τόν αέρα,
απ' ανατολής εις δύσιν ιόντα. Δώδεκα δ' άθλους εκμοχθείν εμυθολόγησαν, τής κατά τόν ουρανόν διαιρέσεως τών ζωδίων τό σύμβολον επιφημίσαντες. Ρόπαλον δέ αυτώ και λεοντήν περιέθεσαν, τό μέν τής ανωμαλίας μήνυμα, τό δέ τής κατά τό ζώδιον εμφανιστικόν ισχύος.
Τής δέ σωστικής αυτού δυνάμεως Ασκληπιός τό σύμβολον: ώ τό μέν βάκτρον δεδώκασι, τής τών καμνόντων υπερείσεως καί αναστάσεως, ο δέ όφις περισπειράται, τής περί τό σώμα καί τήν ψυχήν σωτηρίας φέρων σημείον, πνευματικώτατον γάρ τό ζώον εστι καί τήν ασθένειαν τού σώματος αποδύεται: δοκεί δέ καί ιατρικώτατον είναι. Τής γάρ οξυδορκίας εύρε τό φάρμακον καί μυθεύεται τής αναβιώσεως ειδέναι τινά βοτάνην.
Τής δ' αύ χορευτικής τε καί εγκυκλίου κινήσεως, καθ' ήν τούς καρπούς πεπαίνει, η πυρός δύναμις Διόνυσος κέκληται, ετέρως <ή> η τών υγροποιών καρπών δύναμις, ή παρά το δινείν, ή διανύειν τόν ήλιον τήν κατά τόν ουρανόν περιφοράν. Ήι δέ περί τάς ώρας τού κόσμου περιπολεί καί χρόνων εστί ποιητικός καί καιρών ο ήλιος, Ώρος κατά τούτο κέκληται. Τής δ' αύ γεωργικής αυτού δυνάμεως καθ' ήν αι δόσεις τού πλούτου, σύμβολον ο Πλούτων. Ομοίως μέντοι καί φθαρτικήν έχει δύναμιν, διό τω Πλούτωνι συνοικίζουσι τόν Σάραπιν: τού μέν δεδυκότος υπό γήν φωτός τόν πορφυρούν χιτώνα ποιούμενοι σύμβολον, τό δέ ηκρωτηριασμένον σκήπτρον τής κάτω δυνάμεως, τό τε σχήμα τής χειρός τού μεταχωρείν εις τό αφανές.
Ο δέ Κέρβερος τρικέφαλος μέν, ότι τρείς αι άνω χώραι ηλίου, ανατολή, μεσημβρία, δύσις.

Τήν δέ σελήνην παρά τό σέλας υπολαβόντες, Άρτεμιν προσηγόρευσαν, οίον αερότεμιν. Λοχεία τε η Άρτεμις, καίπερ ούσα παρθένος, ότι η τής νουμηνίας δύναμις προσθετική εις τό τίκτειν. Όπερ δέ Απόλλων εν ηλίω, τούτο Αθηνά εν σελήνη: έστι γάρ τής φρονήσεως σύμβολον.
Αθρηνά τις ούσα. Εκάτη δέ η σελήνη πάλιν, τής περί αυτήν μετασχηματίσεως καί κατά τούς σχηματισμούς δυνάμεως. Διό τρίμορφος η δύναμις, τής μέν νουμηνίας φέρουσα τήν λευχείμονα καί χρυσοσάνδαλον καί τάς λαμπάδας ημμένας: ο δέ κάλαθος, όν επί τοίς μετεώροις φέρει, τής τών καρπών κατεργασίας, ούς ανατρέφει κατά τήν τού φωτός παραύξησιν: τής δ' αύ πανσελήνου η χαλκοσάνδαλος σύμβολον. Ή καί εκ μέν του κλάδου τής δάφνης λάβοι άν τις αυτής τό έμπυρον: εκ δέ τού μήκωνος τό γόνιμον καί τό πλήθος τών εικοικιζομένων εις αυτήν ψυχών, ώσπερ εις πόλιν, ότι πόλεως ο μήκων σύμβολον.

Και Ειλείθυια δέ η αυτή, τής γεννητικής δυνάμεως σύμβολον. Τόξα δέ φέρει καθάπερ η Άρτεμις, διά τήν τών ωδίνων οξύτητα.
Πάλιν δ' αύ αι Μοίραι επί τάς δυνάμεις αυτής αναφέρονται, η μέν Κλωθώ επί τήν γεννητικήν, Λάχεσις δέ επί τήν θρεπτικήν, Άτροπον δέ η κατά τό απαραίτητον τού θεού. 
Συνοικίζουσι δέ αυτή καί τήν τών καρπών γεννητικήν δύναμιν, ήπερ εστί Δημήτηρ, δύναμιν εμποιούσαν αυτή: καί έστι συνεκτική τής Κόρης η σελήνη. Προσοικίζουσι δέ καί τόν Διόνυσον διά τε τήν τών κεράτων έκφυσιν καί διά τόν τών νεφών τόπον τόν υποκείμενον τοίς κάτω μέρεσι.

Τήν δέ τού Κρόνου δύναμιν νωχελή καί βραδείαν καί ψυχράν κατείδον: διό τήν τού χρόνου δύναμιν αυτώ προσανέθεσαν, αποτυπούσί τε αυτόν εστώτα, πολιόν, πρός έμφασιν τού γηράσκειν τόν χρόνον.
Τών δέ καιρών σύμβολα οι Κούρητες, τόν χρόνον βουκολούντες, ότι διά τών καιρών ο χρόνος παροδεύει.
Τών δέ Ωρών αι μέν ολυμπιάδες εισί τού ηλίου, αί καί ανοίγουσι τάς κατά τόν αέρα πύλας: αι δέ επιχθόνιοι, τής Δήμητρος: καί τόν κάλαθον έχουσι τόν μέν τών ανθέων, σύμβολον τού έαρος: τόν δέ τών σταχύων, τού θέρους.

Τού δέ Άρεος τήν δύναμιν καταλαβόντες διάπυρον, πολέμων ποιητικήν και αιματουργόν, βλάπτειν τε καί ωφελείν δυναμένην εποίησαν.

Τόν δέ τής Αφροδίτης αστέρα τηρήσαντες γενεσιουργόν, επιθυμίας τε καί γονής αίτιον, γυναίκα μέν ανέπλασαν διά τήν γένεσιν, ωραίαν δέ ότι καί Έσπερος, ός κάλλιστος εν ουρανώ ίσταται αστήρ.
Καί Έρωτα μέν παρέστησαν διά τήν επιθυμίαν: σκέπειν σέ μαστούς καί τό μόριον, ότι γονής αιτία η δύναμις καί εκθρέψεως: είναι δέ από θαλάττης, στοιχείου διύγρου καί θερμού καί πολλά κινουμένου καί διά τήν συγκίνησιν αφριώντος, τό σπερματικόν αινιττόμενοι.

Τού δέ λόγου τού πάντων ποιητικού τε καί ερμηνευτικού ο Ερμής παραστατικός. Ο δέ εντεταμένος Ερμής δηλοί τήν ευτονίαν: δείκνυσι δέ καί τόν σπερματικόν λόγον τόν διήκοντα διά πάντων.

Λοιπόν δέ σύνθετος λόγος ο μέν εν ηλίω Ερμής, Εκάτη δέ ο εν σελήνη, Ερμόπαν δέ ο εν τώ παντί. Κατά πάντων γάρ ο ποιητικός και σπερματικός. Σύνθετος δέ καί οίον μεξέλλην καί παρ' Αιγυπτίοις ο Ερμάνουβις.
Επεί δέ καί τής ερώσης ήν δυνάμεως ο λόγος, ταύτης ο Έρως παραστατικός: διό παίς μέν τού Ερμού ο Έρως, νήπιος δέ διά τάς αιφνιδίους περί τάς επιθυμίας εμπτώσεις αυτού.

Τού δέ παντός τόν Πάνα σύμβολον έθεντο: τά μέν κέρατα δόντες σύμβολα ηλίου καί σελήνης: τήν δέ νεβρίδα τών κατ' ουρανόν αστέρων, ή τής τού παντός ποικιλίας.


10 Τον δημιουργόν, όν Κνήφ οι Αιγύπτιοι προσαγορεύουσιν, ανθρωποειδή, τήν δέ χροιάν εκ κυανού μέλανος έχοντα, κρατούντα ζώνην και σκήπτρον, επί δέ τής κεφαλής πτερόν βασίλειον περικείμενον, ότι λόγος δυσεύρετος καί εγκεκρυμμένος καί ου φανός, καί ότι ζωοποιός, καί ότι βασιλεύς, καί ότι νοερώς κινείται: διό η τού πτερού φύσις εν τή κεφαλή κείται. Τόν δέ θεόν τούτον εκ τού στόματος προίεσθαί φασιν ωόν, εξ ού γεννάσθαι θεόν όν αυτοί προσαγορεύουσι Φθά, οι δέ Έλληνες Ήφαιστον: εμρηνεύουσιν δέ το ωόν τόν κόσμον. Αφιέρωται δέ τώ θεώ τούτο πρόβατον διά τό τούς παλαιούς γαλακτοποτείν.
Αυτού δέ τού κόσμου τό δείκηλον τοιόνδε ανέπλασαν: ανθρωποειδές εστιν άγαλμα, τούς μέν πόδας συμβεβηκότας έχον, άνωθεν δέ μέχρι ποδών ποικίλον ιμάτιον περιβεβλημένον: επί δέ τής κεφαλής σφαίραν έχει χρυσήν, διά τό μή μεταβαίνειν, καί διά τήν τών άστρων ποικίλην φύσιν, καί ότι σφαιροειδής ο κόσμος.

Ήλιον δέ σημαίνουσι ποτέ μέν δι' ανθρώπου επιβεβηκότος πλοίον, τού πλοίου επί κροκοδείλου κειμένου. Δηλοί δέ τό μέν πλοίον τή εν υγρώ κίνησιν: ο δέ κροκόδειλος πότιμον ύδωρ, εν ώ φέρεται ο ήλιος. Εσημαίνετο τοίνυν ο ήλιος δι' αέρος υγρού καί γλυκέος τήν περιπόλησιν ποιείσθαι.

Τής δέ ουρανίας γής καί τής χθονίας τήν δύναμιν Ίσιν προσείπον διά τήν ισότητα, αφ' ής τό δίκαιον: ουρανίαν δέ τήν σελήνην, χθονίαν δέ τήν καρποφόρον εν ή κατοικούμεν, λέγουσι.
Τό δέ αυτό δύναται Δημήτηρ παρ' Έλλησι καί Ίσις παρ' Αιγυπτίοις: καί πάλιν Κόρη παρ' Έλλησι καί Διόνυσος, καί Ίσις καί Όσιρις παρ' Αιγυπτίοις. Αύτη δέ τρέφουσα καί αίρουσα τά επί γής: ο δέ Όσιρις παρ' Αιγυπτίοις τήν κάρπιμον παρίστησι δύναμιν, ήν θρήνοις απομειλίσσονται εις γήν αφανιζομένην εν τώ σπόρω, καί υφ' ημών καταναλισκομένην εις τροφάς.
Λαμβάνεται δέ καί αντί τής ποταμίας τού Νείλου δυνάμεως. Αλλ' όταν μέν τήν χθονίαν γήν σημαίνωσιν, Όσιρις η κάρπιμος λαμβάνεται δύναμις: όταν δέ τήν ουρανίαν, Όσιρίς εστιν ο Νείλος, όν εξ ουρανού καταφέρεσθαι οίονται. Πενθούσι δέ καί τούτον, απομειλισσόμενοι τήν δύναμιν λήγουσαν καί αναλισκομένην. Η δέ εν τοίς μύθοις μισγομένη τώ Οσίριδι Ίσις η Αιγυπτία εστί γή: διόπερ ισούται καί κυεί καί ποιεί τούς καρπούς: διό ανήρ τής Ίσιδος Όσιρις καί αδελφός καί υιός παραδέδοται.
Κατά δέ τήν Ελεφαντίνην πόλιν τετίμηται άγαλμα, πεπλασμένον μέν, αλλ' ανδρείκελον καί καθήμενον, κυανούν τε τήν χρόαν, κεφαλήν δέ κριού κεκτημένον καί βασίλειον, κέρατα τράγεια έχον, οίς έπεστι κύκλος δισκοειδής. Κάθηται δέ παρακειμένου κεραμέου αγγείου, εφ' ού άνθρωπον αναπλάσσει. Δηλοί δέ από μέν τού κριού πρόσωπον έχειν καί αιγός κέρατα τήν εν κριώ σύνοδον ηλίου καί σελήνης: τό δέ εκ κυάνου χρώμα, ότι υδραγωγός εν συνόδω η σελήνη.
Τό δέ δεύτερον φώς τής σελήνης εν Απόλλωνος πόλει καθιέρωται: έστι δέ τούτου σύμβολον ιερακοπρόσωπος άνθρωπος, ζιβύνη χειρούμενος Τυφώνα ιπποποτάμω εικασμένον. Λευκόν δέ τή χρόα τό άγαλμα, τής μέν λευκότητος τό φωτίζεσθαι τήν σελήνην παραστησάσης, τού δέ ιερακείου προσώπου τό αφ' ηλίου φωτίζεσθαι καί πνεύμα λαμβάνειν: τόν γάρ ιέρακα ηλίω αφιερούσι, φωτός δέ καί πνεύματος ιέραξ αυτοίς σύμβολον διά τε τήν οξυκινησίαν καί τό πρός ύψος ανατρέχειν, ένθα τό φώς. Ο δέ ιπποπόταμος τόν δυτικόν δηλοί παρά τό καταπίνειν εις εαυτόν τούς περιπολούντας. Θεός δέ τιμάται εν τή πόλει ταύτη ο Ώρος.
Η δέ τής Ειλειθυίας πόλις τό τρίτον φώς θεραπεύει. Τό δέ ξόανον τετύπωται εις γύπα πετομένην, ής τό πτέρωμα εκ σπουδαίων συνέστηκε λίθων. Σημαίνει δέ τό μέν γυποειδές αυτής τήν γεννητικήν πνευμάτων σελήνην.
Εκ γάρ τού πνεύματος οίονται συλλαμβάνειν τήν γύπα, θηλείας πάσας αποφαινόμενοι.

Εν δέ τοίς κατ' Ελευσίνα μυστηρίοις ο μέν ιεροφάντης
εις εικόνα τού δημιουργού ενσκευάζεται, δαδούχος δέ εις τήν ηλίου, καί ο μέν επί βωμώ εις τήν σελήνης, ο δέ ιεροκήρυξ Ερμού.

Καί άνθρωπος δέ παρ' Αιγυπτίοις εν τοίς ιεροίς παρείληπται. Άναβις γάρ εστι κώμη Αιγύπτου, εν ή θεραπεύεται άνθρωπος, καί θύεται τούτω, καί επί τών βωμών τά ιερεία κάεται: ο δέ μετ' ολίγον φάγοι άν τά ως ανθρώπω αυτώ παρεσκευασμένα.

Ότι δέ ουδέ τά ζώα θεούς ηγούνται, εικόνας δέ εποιούντο καί σύμβολα ταύτα θεών, δηλοί τό πολλαχού βούς αναχθέντας θεοίς εν ταίς ιερομηνίαις καί ταίς πρός τούς θεούς θρησκείαις βουθυτείν. Ηλίω μέν γάρ καί σελήνη βούς ανιέρωσαν. 
Άλλ' ό γέ ηλίω ανακείμενος εν Ηλίου πόλει καλούμενος Μνεύις βοών εστι μέγιστος σφόδρα μέλας, μάλιστα ότι καί ο ήλιος ο πολύς μελαίνει τά ανθρώπεια σώματα. 
Έχει δέ τήν ουράν παρά τούς άλλους βούς καί τό πάν σώμα ανάτριχον, καθάπερ ο ήλιος τόν εναντίον τώ πόλω ποιείται δρόμον: τούς τε όρχεις μεγίστους, επειδήπερ ο περί τά αφροδίσια ίμερος γίνεται υπό θερμότητος, ό τε ήλιος σπερμαίνειν λέγεται τήν φύσιν.
Σελήνη δέ ταύρον ανέθεσαν, όν Άπιν επονομάζουσι, μέλανα μέν καί αυτόν υπέρ τούς άλλους, φέροντα δέ σημεία ηλίου καί σελήνης, ότι καί τής σελήνης τό φώς εξ ηλίου: ηλίου δέ σημείον τό μέλαν τού σώματος καί ο υπό τή γλώττη κάνθαρος, σελήνης δέ σύμβολον τό τε διχότομον καί αμφίκυρτον.
Επιστροφή στα περιεχόμενα