Κρατήρ


Ο κρατήρ ήταν αγγείο που χρησίμευε κατά την αρχαιότητα για την ανάμειξη του οίνου με νερό. Η χρήση του κρατήρα άρχισε από τα πρώτα ελληνικά χρόνια και διατηρήθηκε μέχρι το τέλος του ρωμαϊκού κράτους. Το σχήμα και η ύλη από το οποίο κατασκευάζονταν ποίκιλαν.

Από τον Όμηρο αναφέρονται αργυροί με χρυσά χείλη συνήθως ή χρυσοί. Οι φτωχότεροι όμως χρησιμοποιούσαν ως κρατήρες και ξύλινα δοχεία, τα κισσύβια. Το μέγεθος τους επίσης ποίκιλε και ήταν δυνατό να φτάσει μέχρι και κολοσσιαίο. Άλλοι κρατήρες έχουν και ίδιο όνομα όπως ο δίνος, σ' αυτούς δε υπάγονται και άλλα αγγεία, στα οποία οι λεξικογράφοι απέδωσαν ίδιο όνομα, όπως το οξύβαφον. Η αρχαιότερη μορφή του κρατήρα είναι λεκάνη στηριζόμενη πάνω σε πόδι, εξελίσσεται δε σε ευρύστομο αγγείο με βραχύ λαιμό και λαβές, οι οποίες υψώνονται σαν έλικες πάνω από το χείλος στο οποίο καταλήγουν. Αργότερα επικρατεί ο κωδωνοειδής κρατήρ, με στόμιο ευρύτερο της κοιλιάς, ο οποίος φέρει απλές λαβές γυρισμένες προς τα πάνω. Το οξύβαφον έχει τις λαβές στο πάνω μέρος και την κοιλιά λίγο εξογκωμένη.Ο κρατήρ λάμβανε και διάφορα ονόματα ή από τον τόπο κατασκευής του ή του εφευρέτη του ονόματός του (βλ. θηρίκλειος κρατήρ).

Ο θάνατος του Ακταίου από τα σκυλιά του. Η Άρτεμη τον μεταμόρφωσε σε ελάφι όταν καυχήθηκε πως ήταν ο καλύτερος κυνηγός. Αττικός ερυθρός κρατήρας 430 - 420 π.α.χ.χ., ομάδα Δίνος.

Ο κρατήρας ήταν απαραίτητος στις σπονδές, όπου ο ασεβής αποκλείονταν "σπονδών και κρατήρων". Η χρήση της λέξης κρατηρίζειν στα μυστήρια δείχνει την σχέση του κρατήρα προς αυτά, όπως αναμφισβήτητη είναι  και η σχέση του προς τη Διονυσιακή λατρεία, αφού πολλές φορές απεικονίζεται μετά των συμβόλων αυτής. Το κομψό σχήμα του κρατήρα, η κατάλληλη προς διακόσμηση επιφάνεια κατέστησαν συνηθισμένη τη διακοσμητική χρήση του. Έτσι ανάγλυφοι μαρμάρινοι κρατήρες διακοσμούν τους κήπους, σκαλισμένοι ή 
ζωγραφισμένοι κοσμούν τις αίθουσες. Συχνά χρησίμευαν και ως αναθήματα ( μεγαλοπρεπείς ήταν οι 
κρατήρες που αφιερώθηκαν από τους Λύδους βασιλείς στους Δελφούς). Υποθέματα του κρατήρα τίθονταν 
τα υποκρητήρια ή επίστατα.
Επιστροφή στα περιεχόμενα