1 — 30 SEXT. VII 111ff. ο δέ γνώριμος
αυτού Π. τού μέν δοξαστού λόγου κατέγνω, φημί δέ τού ασθε-
νείς έχοντος υπολήψεις, τόν δ' επιστημονικόν, τουτέστι τόν αδιάπτωτον, υπέθετο
κριτήριον, αποστάς καί τής τών αισθήσεων πίστεως: εναρχόμενος γούν τού Περί
φύσεως γράφει τόν τρόπον τούτον: <‘ίπποι ... αληθής’> (anschlieBend <αλλά
σύ ... λείπεται> jetzt B 7, 2 — 7). Folgt seine Paraphrase ¶ 112 — 114: εν τούτοις
γάρ ο Παρμενίδης <ίππους> μέν φησιν αυτόν <φέρειν> τάς αλόγους τής ψυχής ορμάς
τε καί ορέξεις (1), κατά δέ τήν <πολύφημον οδόν τού δαίμονος> πορεύεσθαι
τήν κατά τόν φιλόσοφον λόγον θεωρίαν, ός λόγος προπομπού δαίμονος τρόπον
επί τήν απάντων οδηγεί γνώσιν (2.3), <κούρας> δ' αυτού προάγειν τάς αισθήσεις (5),
ών τάς μέν ακοάς αινίττεται εν τώι λέγειν <‘δοιοίς ... κύκλοις’> (7. 8), τουτέστι
τοίς τών ώτων, τήν φωνήν δι' ών καταδέχονται, τάς δέ οράσεις <`Ηλιάδας κούρας>
κέκληκε (9), <δώματα> μέν <Νυκτός> απολιπούσας (9)
διά τό μή χωρίς φωτός γίνεσθαι τήν χρήσιν αυτών. επί δέ τήν <‘πολύποινον’>
ελθείν <Δίκην> καί έχουσαν <‘κληίδας αμοιβούς’> (14), τήν διάνοιαν ασφαλείς
έχουσαν τάς τών πραγμάτων καταλήψεις. ήτις αυτόν <υποδεξαμένη> (22) επαγ-
γέλλεται δύο ταύτα διδάξειν <‘ημέν αληθείης ευπειθέος ατρεμές ήτορ’> (29),
όπερ εστί τό τής επιστήμης αμετακίνητον βήμα, έτερον δέ <‘βροτών δόξας ...
αληθής’> (30), τουτέστι τό εν δόξηι κείμενον πάν, ότι ήν αβέβαιον. 28 — 32 SIMPL.
d. cael. 557, 20 οι δέ άνδρες εκείνοι διττήν υπόστασιν υπετίθεντο, τήν μέν τού
όντως όντος τού νοητού, τήν δέ τού γινομένου τού αισθητού, όπερ ουκ ηξίουν
καλείν όν απλώς, αλλά δοκούν όν. διό περί τό όν αλήθειαν είναί φησι, περί δέ τό
γινόμενον δόξαν. λέγει γούν ο Π. <‘χρεώ ... περώντα’> (28ff.).
ίπποι ταί με φέρουσιν, όσον τ' επί θυμός ικάνοι,
πέμπον, επεί μ' ες οδόν βήσαν πολύφημον άγουσαι
δαίμονες, ή κατά πάντ' άστη φέρει ειδότα φώτα:
τήι φερόμην: τήι γάρ με πολύφραστοι φέρον ίπποι
άρμα τιταίνουσαι, κούραι δ' οδόν ηγεμόνευον.
άξων δ' εν χνοίηισιν ίει σύριγγος αυτήν
αιθόμενος (δοιοίς γάρ επείγετο δινωτοίσιν
κύκλοις αμφοτέρωθεν), ότε σπερχοίατο πέμπειν
`Ηλιάδες κούραι, προλιπούσαι δώματα Νυκτός,
εις φάος, ωσάμεναι κράτων άπο χερσί καλύπτρας.
ένθα πύλαι Νυκτός τε καί ''Ηματός εισι κελεύθων,
καί σφας υπέρθυρον αμφίς έχει καί λάινος ουδός:
αυταί δ' αιθέριαι πλήνται μεγάλοισι θυρέτροις:
τών δέ Δίκη πολύποινος έχει κληίδας αμοιβούς.
τήν δή παρφάμεναι κούραι μαλακοίσι λόγοισιν.
πείσαν επιφραδέως, ώς σφιν βαλανωτόν οχήα
απτερέως ώσειε πυλέων άπο: ταί δέ θυρέτρων
χάσμ' αχανές ποίησαν αναπτάμεναι πολυχάλκους
άξονας εν σύριγξιν αμοιβαδόν ειλίξασαι
γόμφοις καί περόνηισιν αρηρότε: τήι ρα δι' αυτέων
ιθύς έχον κούραι κατ' αμαξιτόν άρμα καί ίππους.
καί με θεά πρόφρων υπεδέξατο, χείρα δέ χειρί
δεξιτερήν έλεν, ώδε δ' έπος φάτο καί με προσηύδα:
ώ κούρ' αθανάτοισι συνάορος ηνιόχοισιν,
ίπποις ταί σε φέρουσιν ικάνων ημέτερον δώ,
χαίρ', επεί ούτι σε μοίρα κακή προύπεμπε νέεσθαι
τήνδ' οδόν (ή γάρ απ' ανθρώπων εκτός πάτου εστίν),
αλλά θέμις τε δίκη τε. χρεώ δέ σε πάντα πυθέσθαι
ημέν 'Αληθείης ευκυκλέος ατρεμές ήτορ
ηδέ βροτών δόξας, ταίς ουκ ένι πίστις αληθής.
αλλ' έμπης καί ταύτα μαθήσεαι, ως τά δοκούντα
χρήν δοκίμως είναι διά παντός πάντα περώντα.
PROCL. in Tim. I 345, 18 Diehl
(nach B 1, 30) καί πάλιν <‘ει δ' ... αταρπόν’> καί <‘ούτε ... φράσαις’>.
3 — 8 SIMPL. Phys. 116, 25 ει δέ τις επιθυμεί καί αυτού τού Παρμενίδου ταύτας
λέγοντος ακούσαι τάς προτάσεις, τήν μέν τό παρά τό όν ουκ όν καί ουδέν λέγου-
σαν, ήτις η αυτή εστι τήι τό όν μοναχώς λέγεσθαι, ευρήσει εν εκείνοις τοίς έπεσιν:
<‘η μέν ... φράσαις’>.
ει δ' άγ' εγών ερέω, κόμισαι δέ σύ μύθον ακούσας,
αίπερ οδοί μούναι διζήσιός εισι νοήσαι:
η μέν όπως έστιν τε καί ως ουκ έστι μή είναι,
Πειθούς εστι κέλευθος ('Αληθείηι γάρ οπηδεί),
η δ' ως ουκ έστιν τε καί ως χρεών εστι μή είναι,
τήν δή τοι φράζω παναπευθέα έμμεν αταρπόν:
ούτε γάρ άν γνοίης τό γε μή εόν (ου γάρ ανυστόν)
ούτε φράσαις.
CLEM. Strom. VI 23 (II 440, 12 St.) 'Αριστο-
φάνης έφη ‘δύναται γάρ ίσον τώι δράν τό νοείν’ [fr. 691 K.] καί πρό τούτου ο
'Ελεάτης Π. <‘τό γάρ ... είναι’>. PLOTIN. Enn. V 1, 8 ήπτετο μέν ούν καί Π.
πρότερον τής τοιαύτης δόξης, καθόσον εις ταυτό συνήγεν όν καί νούν καί τό όν ουκ
εν τοίς αισθητοίς ετίθετο. <‘τό γάρ ... είναι’> λέγων καί ακίνητον λέγει τούτο,
καίτοι προστιθείς τό νοείν σωματικήν πάσαν κίνησιν εξαιρών απ' αυτού.
... τό γάρ αυτό νοείν εστίν τε καί είναι.
CLEM. Strom. 5, 15 (II 335, 25 St.,
nach Emp. [31 B 17, 21]) αλλά καί Π. εν τώι αυτού ποιήματι περί τής ελπίδος
αινισσόμενος τά τοιαύτα λέγει: <‘λεύσσε ... συνιστάμενον’>, επεί καί ο ελπίζων
καθάπερ ο πιστεύων τώι νώι οράι τά νοητά καί τά μέλλοντα. ει τοίνυν φαμέν τι
είναι δίκαιον, φαμέν δέ καί καλόν, αλλά καί αλήθειάν τι λέγομεν: ουδέν δέ πώποτε
τών τοιούτων τοίς οφθαλμοίς είδομεν, αλλ' ή μόνωι τώι νώι.
λεύσσε δ' όμως απεόντα νόωι παρεόντα βεβαίως:
ου γάρ αποτμήξει τό εόν τού εόντος έχεσθαι
ούτε σκιδνάμενον πάντηι πάντως κατά κόσμον
ούτε συνιστάμενον.
PROCL. in Parm. I p. 708, 16 (nach B 8, 25)
ξυνόν δέ μοί εστιν,
οππόθεν άρξωμαι: τόθι γάρ πάλιν ίξομαι αύθις.
SIMPL. Phys. 117, 2 (nach B 2) ότι δέ η
αντίφασις ου συναληθεύει, δι' εκείνων λέγει τών επών δι' ών μέμφεται τοίς εις ταυτό
συνάγουσι τά αντικείμενα: ειπών γάρ <‘έστι γάρ είναι ... διζήσιος <είργω’>
επάγει>: <‘αυτάρ ... κέλευθος’>. 78, 2 μεμψάμενος γάρ τοίς τό όν καί τό μή όν
συμφέρουσιν εν τώι νοητώι <‘οίς ... ταυτόν’> (B 6, 8. 9) καί αποστρέψας τής
οδού τής τό μή όν ζητούσης <‘αλλά ... νόημα’> (B 7, 2), επάγει ‘<μούνος> κτλ.’
(B 8, 1ff.).
χρή τό λέγειν τε νοείν τ' εόν έμμεναι: έστι γάρ είναι,
μηδέν δ' ουκ έστιν: τά σ' εγώ φράζεσθαι άνωγα.
πρώτης γάρ σ' αφ' οδού ταύτης διζήσιος <είργω>,
αυτάρ έπειτ' από τής, ήν δή βροτοί ειδότες ουδέν
πλάττονται, δίκρανοι: αμηχανίη γάρ εν αυτών
στήθεσιν ιθύνει πλακτόν νόον: οι δέ φορούνται
κωφοί ομώς τυφλοί τε, τεθηπότες, άκριτα φύλα,
οίς τό πέλειν τε καί ουκ είναι ταυτόν νενόμισται
κου ταυτόν, πάντων δέ παλίντροπός εστι κέλευθος.
7, 1 — 2 PLATO Soph.
237 A vgl. 258D Π. δέ ο μέγας, ώ παί, παισίν ημίν ούσιν αρχόμενός τε
καί διά τέλους τούτο απεμαρτύρατο, πεζήι τε ώδε εκάστοτε λέγων καί μετά
μέτρων: <ου γάρ μήποτε τούτ' ουδαμήι>, φησίν, <είναι μή
όντα: αλλά ... νόημα>. ARISTOT. Metaph. N 2. 1089a 2 έδοξε γάρ αυτοίς
πάντ' έσεσθαι έν τά όντα, αυτό τό όν, ει μή τις λύσει καί ομόσε βαδιείται τώι
Παρμενίδου λόγωι <‘ου γάρ ... εόντα’>, αλλ' ανάγκη είναι τό μή όν δείξαι ότι
έστιν. 7, 2 — 7 SEXT. VII 114 [nach B 1 I 227, 39. 228, 12]
καί επί τέλει προσδιασαφεί τό μή δείν αισθήσεσι προσέχειν αλλά τώι λόγωι. <μή>
γάρ <σε>, φησίν, <‘έθος ... ρηθέντα’> (7, 3 — 7, 6 im Text ¶ 111 -- <λείπεται)>.
αλλ' ούτος μέν καί αυτός, ως εκ τών ειρημένων συμφανές, τόν επιστημονικόν
λόγον κανόνα τής εν τοίς ούσιν αληθείας αναγορεύσας απέστη τής τών αισθήσεων
επιστάσεως. 8, 1 — 52 SIMPL. Phys. 144, 29 [nach 28 A 21] έχει δέ ουτωσί τά
μετά τήν τού μή όντος αναίρεσιν: (145) <‘μούνος ... ακούων’>. 8, 1 — 14 DERS.
78, 5 (nach B 7, 2) επάγει <‘μούνος ... πολλά μάλα’> καί παραδίδωσι λοιπόν
τά τού κυρίως όντος σημεία: <‘ως αγένητον ... πέδηισιν’>. ταύτα δή περί
τού κυρίως όντος λέγων εναργώς αποδείκνυσιν, ότι αγένητον τούτο τό όν: ούτε
γάρ εξ όντος: ου γάρ προϋπήρχεν άλλο όν: ούτε εκ τού μή όντος: ουδέ γάρ έστι
τό μή όν. καί διά τί δή τότε, αλλά μή καί πρότερον ή ύστερον εγένετο; αλλ'
ουδέ εκ τού πήι μέν όντος πήι δέ μή όντος, ως τό γενητόν γίνεται
ου γάρ άν τού απλώς όντος προϋπάρχοι τό πήι μέν όν πήι δέ μή
όν, αλλά μετ' αυτό υφέστηκε. 3 — 4 CLEM. Strom. V 113 (II 402, 8 St.) Π.
δέ ... ώδέ πως περί τού θεού γράφει: <‘πολλά ... ατρεμές ηδ' αγένητον’>.
38 PLATO Theaet. 180 D άλλοι αύ ταναντία τούτοις απεφήναντο <‘οίον ...
όνομ' είναι’> καί άλλα όσα Μέλισσοί τε καί Παρμενίδαι εναντιούμενοι πάσι τού-
τοις διισχυρίζονται. 39 vgl. MELISSOS 30 B 8 ει γάρ έστι γή καί ύδωρ ... καί
τά άλλα όσα φασίν οι άνθρωποι είναι αληθή. 42 vgl. SIMPL. Phys. 147, 13
είπερ έν εστι <‘ομού τό πάν’> (5) καί <‘πείρας πύματον’>. 43 — 45 PLAT.
Soph. 244E ει τοίνυν όλον εστίν ώσπερ καί Π. λέγει <‘πάντοθεν ... τήι ή
τήι’>, τοιούτόν γε όν τό όν μέσον τε καί έσχατα έχει. EUDEM. bei Simpl.
Phys. 143, 4 ώστε ουδέ τώι ουρανώι εφαρμόττει τά παρ' αυτού λεγόμενα, ώς
τινας υπολαβείν ο Εύδημός φησιν [fr. 13 Sp.] ακούσαντας τού <‘πάντοθεν ...
όγκωι’>: ου γάρ αδιαίρετος ο ουρανός, αλλ' ουδέ όμοιος σφαίραι, αλλά σφαίρά
εστιν η τών φυσικών ακριβεστάτη. 44 ARIST. Phys. Γ 6. 207a 15 βέλτιον
οιητέον Παρμενίδην Μελίσσου ειρηκέναι: ο μέν γάρ τό άπειρον όλον φησίν, ο δέ
τό όλον πεπεράνθαι <‘μεσσόθεν ισοπαλές’>. 50 — 61 SIbmPL. Phys. 38, 28
συμπληρώσας γάρ τόν περί τού νοητού λόγον ο Π. επάγει ταυτί ... <‘εν τώι ...
παρελάσσηι’>. 50 — 59 SIMPL. Phys. 30, 13 μετελθών δέ από τών νοητών επί
τά αισθητά ο Π. ήτοι από αληθείας, ως αυτός φησιν, επί δόξαν εν οίς λέγει <‘εν
τώι ... ακούων’>, τών γενητών αρχάς καί αυτός στοιχειώδεις μέν τήν πρώτην
αντίθεσιν έθετο, ήν φώς καλεί καί σκότος <ή> πύρ καί γήν ή πυκνόν καί αραιόν
ή ταυτόν καί έτερον, λέγων εφεξής τοίς πρότερον παρακειμένοις έπεσιν <‘μορφάς ...
εμβριθές τε’>. 52 SIMPL. Phys. 147, 28 <απατηλόν> καλεί τών <επών τόν
κόσμον> τόν περί τάς <βροτείους δόξας.> 53 — 59 SIMPL. Phys. 179, 31 καί
γάρ ούτος εν τοίς πρός δόξαν ‘θερμόν καί ψυχρόν αρχάς ποιεί: ταύτα δέ προς-
αγορεύει <πύρ> καί <γήν> [Arist. p. 188a 20] καί <φώς> καί <νύκτα> ήτοι σκότος:’
λέγει γάρ μετά τά περί αληθείας (p. 180) <‘μορφάς ... εμβριθές τε’>.
ου γάρ μήποτε τούτο δαμήι είναι μή εόντα:
αλλά σύ τήσδ' αφ' οδού διζήσιος είργε νόημα
μηδέ σ' έθος πολύπειρον οδόν κατά τήνδε βιάσθω,
νωμάν άσκοπον όμμα καί ηχήεσσαν ακουήν
καί γλώσσαν, κρίναι δέ λόγωι πολύδηριν έλεγχον
εξ εμέθεν ρηθέντα. μόνος δ' έτι μύθος οδοίο
λείπεται ως έστιν: ταύτηι δ' επί σήματ' έασι
πολλά μάλ', ως αγένητον εόν καί ανώλεθρόν εστιν,
εστι γάρ ουλομελές τε καί ατρεμές ηδ' ατέλεστον:
ουδέ ποτ' ήν ουδ' έσται, επεί νύν έστιν ομού πάν,
έν, συνεχές: τίνα γάρ γένναν διζήσεαι αυτού;
πήι πόθεν αυξηθέν; ουδ' εκ μή εόντος εάσσω
φάσθαι σ' ουδέ νοείν: ου γάρ φατόν ουδέ νοητόν
έστιν όπως ουκ έστι. τί δ' άν μιν καί χρέος ώρσεν
ύστερον ή πρόσθεν, τού μηδενός αρξάμενον, φύν;
ούτως ή πάμπαν πελέναι χρεών εστιν ή ουχί.
ουδέ ποτ' εκ μή εόντος εφήσει πίστιος ισχύς
γίγνεσθαί τι παρ' αυτό: τού είνεκεν ούτε γενέσθαι
ούτ' όλλυσθαι ανήκε Δίκη χαλάσασα πέδηισιν,
αλλ' έχει: η δέ κρίσις περί τούτων εν τώιδ' έστιν:
έστιν ή ουκ έστιν: κέκριται δ' ούν, ώσπερ ανάγκη,
τήν μέν εάν ανόητον ανώνυμον (ου γάρ αληθής
έστιν οδός), τήν δ' ώστε πέλειν καί ετήτυμον είναι.
πώς δ' άν έπειτ' απόλοιτο εόν; πώς δ' άν κε γένοιτο;
ει γάρ έγεντ', ουκ έστ(ι), ουδ' εί ποτε μέλλει έσεσθαι.
τώς γένεσις μέν απέσβεσται καί άπυστος όλεθρος.
ουδέ διαιρετόν εστιν, επεί πάν εστιν ομοίον:
ουδέ τι τήι μάλλον, τό κεν είργοι μιν συνέχεσθαι,
ουδέ τι χειρότερον, πάν δ' έμπλεόν εστιν εόντος.
τώι ξυνεχές πάν εστιν: εόν γάρ εόντι πελάζει.
αυτάρ ακίνητον μεγάλων εν πείρασι δεσμών
έστιν άναρχον άπαυστον, επεί γένεσις καί όλεθρος
τήλε μάλ' επλάχθησαν, απώσε δέ πίστις αληθής.
ταυτόν τ' εν ταυτώι τε μένον καθ' εαυτό τε κείται
χούτως έμπεδον αύθι μένει: κρατερή γάρ 'Ανάγκη
πείρατος εν δεσμοίσιν έχει, τό μιν αμφίς εέργει,
ούνεκεν ουκ ατελεύτητον τό εόν θέμις είναι:
έστι γάρ ουκ επιδευές: [μή] εόν δ' άν παντός εδείτο.
ταυτόν δ' εστί νοείν τε καί ούνεκεν έστι νόημα.
ου γάρ άνευ τού εόντος, εν ώι πεφατισμένον εστιν,
ευρήσεις τό νοείν: ουδέν γάρ <ή> έστιν ή έσται
άλλο πάρεξ τού εόντος, επεί τό γε Μοίρ' επέδησεν
ούλον ακίνητόν τ' έμεναι: τώι πάντ' όνομ(α) έσται,
όσσα βροτοί κατέθεντο πεποιθότες είναι αληθή,
γίγνεσθαί τε καί όλλυσθαι, είναί τε καί ουχί,
καί τόπον αλλάσσειν διά τε χρόα φανόν αμείβειν.
αυτάρ επεί πείρας πύματον, τετελεσμένον εστί
πάντοθεν, ευκύκλου σφαίρης εναλίγκιον όγκωι,
μεσσόθεν ισοπαλές πάντηι: τό γάρ ούτε τι μείζον
ούτε τι βαιότερον πελέναι χρεόν εστι τήι ή τήι.
ούτε γάρ ουκ εόν έστι, τό κεν παύοι μιν ικνείσθαι
εις ομόν, ούτ' εόν έστιν όπως είη κεν εόντος
τήι μάλλον τήι δ' ήσσον, επεί πάν εστιν άσυλον:
οί γάρ πάντοθεν ίσον, ομώς εν πείρασι κύρει.
εν τώι σοι παύω πιστόν λόγον ηδέ νόημα
αμφίς αληθείης: δόξας δ' από τούδε βροτείας
μάνθανε κόσμον εμών επέων απατηλόν ακούων.
μορφάς γάρ κατέθεντο δύο γνώμας ονομάζειν:
τών μίαν ου χρεών εστιν -- εν ώι πεπλανημένοι εισίν --
ταντία δ' εκρίναντο δέμας καί σήματ' έθεντο
χωρίς απ' αλλήλων, τήι μέν φλογός αιθέριον πύρ,
ήπιον όν, μέγ' [αραιόν] ελαφρόν, εωυτώι πάντοσε τωυτόν,
τώι δ' ετέρωι μή τωυτόν: ατάρ κακείνο κατ' αυτό
ταντία νύκτ' αδαή, πυκινόν δέμας εμβριθές τε.
τόν σοι εγώ διάκοσμον εοικότα πάντα φατίζω,
ως ου μή ποτέ τίς σε βροτών γνώμη παρελάσσηι.
SCHOLION ZU 56 — 59. Simpl. Phys. 31, 3 καί δή καί καταλογάδην μεταξύ
τών επών εμφέρεταί τι ρησείδιον ως αυτού Παρμενίδου έχον ούτως: <επί τώιδέ
εστι> τό αραιόν καί τό θερμόν καί <τό φάος> καί τό <μαλθακόν> καί τό κούφον,
<επί δέ τώι πυκνώι ωνόμασται> τό ψυχρόν καί <τό ζόφος> καί σκληρόν καί
βαρύ: ταύτα γάρ απεκρίθη εκατέρως εκάτερα.
SIMPL. Phys. 180, 8 [nach B 8, 59]
καί μετ' ολίγα πάλιν <‘αυτάρ ... μηδέν’>. ει δέ <‘μηδετέρωι μέτα μηδέν’> καί
ότι αρχαί άμφω καί ότι εναντίαι δηλούται.
αυτάρ επειδή πάντα φάος καί νύξ ονόμασται
καί τά κατά σφετέρας δυνάμεις επί τοίσί τε καί τοίς,
πάν πλέον εστίν ομού φάεος καί νυκτός αφάντου
ίσων αμφοτέρων, επεί ουδετέρωι μέτα μηδέν.
CLEM. Strom. v 138 (II 419, 12 St.) αφικό-
μενος ούν επί τήν αληθή μάθησιν ο βουλόμενος ακουέτω μέν Παρμενίδου
τού 'Ελεάτου υπισχνουμένου <‘είσηι ... άστρων’>. Vgl. Plut. adv. Col. 1114 B
ός γε καί διάκοσμον πεποίηται καί στοιχεία μιγνύς τό λαμπρόν
καί σκοτεινόν εκ τούτων τά φαινόμενα πάντα καί διά τούτων αποτελεί: καί γάρ
περί γής είρηκε πολλά καί περί ουρανού καί ηλίου καί σελήνης καί γένεσιν ανθρώ-
πων αφήγηται: καί ουδέν άρρητον ως ανήρ αρχαίος εν φυσιολογίαι καί συνθείς
γραφήν ιδίαν, ουκ αλλοτρίας διαφθοράν, τών κυρίων παρήκεν.
είσηι δ' αιθερίαν τε φύσιν τά τ' εν αιθέρι πάντα
σήματα καί καθαράς ευαγέος ηελίοιο
λαμπάδος έργ' αίδηλα καί οππόθεν εξεγένοντο,
έργα τε κύκλωπος πεύσηι περίφοιτα σελήνης
καί φύσιν, ειδήσεις δέ καί ουρανόν αμφίς έχοντα
ένθεν [μέν γάρ] έφυ τε καί ώς μιν άγους(α) επέδησεν 'Ανάγκη
πείρατ' έχειν άστρων.
SIMPL. de cael. 559, 20 Π. δέ περί τών
αισθητών άρξασθαί φησι λέγειν:
πώς γαία καί ήλιος ηδέ σελήνη
αιθήρ τε ξυνός γάλα τ' ουράνιον καί όλυμπος |